Ο κ. Κωνσταντίνος Μπαξεβάνης, Διευθυντής του Κέντρου Ανοσολογίας και Ανοσοθεραπείας του καρκίνου στο Αντικαρκινικό-Ογκολογικό Νοσοκομείο Αθηνών «Άγιος Σάββας», βραβεύτηκε από το Ίδρυμα Μποδοσάκη το 1994 στον τομέα «Ιατρικής και Βιολογίας», όταν έκανε τα πρώτα του βήματα στην έρευνα για την ανοσολογία του καρκίνου.
Τα επιστημονικά βραβεία του ιδρύματος Μποδοσάκη τιμούν έναν επιστήμονα για τα επιτεύγματά του στον επιστημονικό του τομέα. Τι σας ξεχώρισε το 1994 που λάβατε το βραβείο στον τομέα της Ιατρικής και Βιολογίας;
Είχα ήδη αρχίσει να δουλεύω 12 χρόνια. Προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90 είχαν ανακαλυφθεί τα πρώτα γονίδια, που κωδικοποιούσαν καρκινικές πρωτεΐνες και αυτό σήμαινε ότι υπάρχουν και καρκινικά αντιγόνα και άρα ότι μπορούσαμε να μιλήσουμε για ανοσολογική απάντηση εναντίον του καρκίνου. Πιο πριν δεν γνωρίζαμε εάν υπάρχουν καρκινικές πρωτεΐνες. Μελέτες που είχα κάνει όταν ήμουν στο Max Planck Ινστιτούτο του Tuebingen, τις οποίες και συνέχισα μετά το 1985 στο τμήμα Ανοσολογίας του νοσοκομείου «ο Άγιος Σάββας» είχαν δείξει ότι υπάρχουν γονίδια από τα οποία εξαρτάται κατά πόσον ο οργανισμός είναι σε θέση να απαντήσει ή να μην απαντήσει σε ορισμένες πρωτεΐνες. Αυτό ήταν το βασικό προϊόν της έρευνάς μου, δηλαδή ο εντοπισμός γονίδιων που ρυθμίζουν την ανοσολογική απάντηση, και για το οποίο βραβεύτηκα από το Ίδρυμα Μποδοσάκη το 1994. Έως τότε η διεθνής κοινότητα δεν ήξερε ακριβώς πώς ρυθμίζεται μια ανοσολογική απάντηση και από ποιους παράγοντες καθορίζεται αυτή. Έτσι δεν ξέραμε πώς να την επηρεάσουμε. Όταν ξέρεις από πού εξαρτάται μια ανοσιακή απάντηση, ξέρεις και να την τροποποιήσεις, να την κάνεις πιο δυνατή.
Σε τι επικεντρώνεται σήμερα η έρευνά σας;
Κάνουμε μεταφραστικές έρευνες, δηλαδή προσπαθούμε να μεταφράσουμε αυτό που βρίσκουμε στο εργαστήριο στην κλινική πράξη, μέσω εμβολίων κατά του καρκίνου κυρίως. Στον «Άγιο Σάββα», όπου άρχισαν να εφαρμόζονται πειραματικά από το 2008 εμβόλια κατά του καρκίνου, έχουμε κάνει μέχρι σήμερα δοκιμές σε καρκινοπαθείς με θετικά αποτελέσματα και τώρα προσπαθούμε να βρούμε πόρους για να συνεχίσουμε να κάνουμε δοκιμές με τα εμβόλια που έχουμε για τον καρκίνο του προστάτη και τον καρκίνο του μαστού. Τα εμβόλια είναι κομμάτι από καρκινικές πρωτεΐνες που εκφράζονται πάνω σε καρκινικά κύτταρα, άρα με αυτόν τον τρόπο δίνεις το δικαίωμα στο ανοσολογικό σύστημα να αναγνωρίσει αυτά τα κύτταρα και να ενεργοποιηθεί τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά. Όταν λέμε ποιοτικά εννοούμε ότι το ανοσολογικό σύστημα μπορεί να αναπτύξει δυνατούς ανοσολογικούς μηχανισμούς και όταν λέμε ποσοτικά εννοούμε ότι μπορούν να αυξηθούν σε συχνότητες τα κύτταρα που αναγνωρίζουν το εμβόλιο και μετά αυτά τα κύτταρα ελπίζουμε να αναγνωρίσουν τα καρκινικά κύτταρα και να επιτεθούν ώστε να τα καταστρέψουν. Έτσι αν ο άρρωστος ανταποκριθεί κλινικά, θα αυξηθεί το προσδόκιμο επιβίωσης. Γιατί το ανοσολογικό σύστημα έχει κάτι μοναδικό, τη μνήμη. Άρα τα κύτταρα που αναγνωρίζουν τα καρκινικά κύτταρα, αναπτύσσουν ανοσολογική μνήμη και έχουν την ικανότητα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, για δεκαετίες, να ελέγχουν την αύξηση των καρκινικών κυττάρων, εφόσον βέβαια υπάρχουν καρκινικές πρωτεΐνες. Εάν το καρκινικό κύτταρο πάψει να εκφράζει καρκινικές πρωτεΐνες στην επιφάνειά του, τότε θα ξεφύγει και ο καρκίνος και θα δώσει μεταστάσεις.
Υπάρχουν τρόποι για να αυξήσουμε την άμυνα του οργανισμού μας απέναντι στον καρκίνο;
Βεβαίως, πρώτα απ’ όλα να μην έχουμε άγχος αλλά αυτό είναι λίγο δύσκολο! Αυτό που μπορούμε να αποφύγουμε είναι να τρώμε ανθυγιεινά. Ειδικά ο καρκίνος του προστάτη και του μαστού εξαρτάται άμεσα από την λιπιδαιμία, που προκαλείται από τροφές όπως τηγανητά, fast food, ό,τι έχει να κάνει με κεκορεσμένα λιπαρά. Επομένως, αποφεύγοντας αυτές τις τροφές, ελαχιστοποιούμε όσο γίνεται περισσότερο τις πιθανότητας εμφάνισης καρκίνου. Επίσης, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, π.χ. τι αναπνέουμε, παίζουν ρόλο. Βέβαια, σε όλα αυτά προστίθεται και η ίδια η βιολογία του καρκινικού κυττάρου.
Είναι αλήθεια ότι έχουν αυξηθεί τα περιστατικά του καρκίνου;
Ο κόσμος έχει αρχίσει να ακούει, να διαβάζει και να προσέχει. Οι επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι ο καρκίνος του παχέος εντέρου που σχετίζεται άμεσα με τη διατροφή έχει ελαττωθεί κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες. Επίσης, έχουμε πολύ καλές θεραπείες πλέον. Όμως πρέπει να τονίσω ότι όσο καλή και να είναι μια θεραπεία θα αποτύχει εάν δεν συνδυαστεί με μια θεραπεία που ενισχύει το ανοσολογικό σύστημα ή αν η ίδια δεν ενισχύσει το ανοσολογικό σύστημα. Π.χ. μια ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία, καταστρέφει τον καρκίνο αλλά μόλις τη σταματήσεις ο όγκος μπορεί να επανεμφανιστεί και μάλιστα πιο επιθετικός. Αντίθετα, οι κλινικές ανταποκρίσεις από τις θεραπείες που ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα διαρκούν περισσότερο.
Είναι εύκολο να κάνει κανείς έρευνα στην Ελλάδα;
Έρευνα σχετικά με την ανοσοθεραπεία στον καρκίνο δεν γινόταν πουθενά αλλού στην Ελλάδα παρά μόνο εδώ στον «Άγιο Σάββα». Τα τελευταία χρόνια γίνεται έρευνα και από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει χρηματοδότηση. Η χρηματοδότηση ερχόταν πάντοτε άλλωστε από ερευνητικά προγράμματα, είτε ευρωπαϊκά είτε εθνικά. Επίσης, τα προγράμματα στην Ευρώπη είναι πολύ ανταγωνιστικά πλέον με αποτέλεσμα μόνο 1 έως 3% των προτάσεων να χρηματοδοτούνται. Και οι εταιρείες προτιμούν να βάλουν την ετικέτα τους σε έναν ακτινοβολητή παρά να δώσουν χρήματα για την έρευνα των βιοδεικτών. Βλέπεις εκεί δεν μπορούν να διαφημιστούν. Υπάρχουν πολλοί καλοί νέοι ερευνητές αλλά το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν χρήματα για έρευνα. Τρεις νέοι που ήταν στην ομάδα μας έχουν πάει στο εξωτερικό και πάνε πολύ καλά σήμερα. Άλλα παιδιά έχουν πάει σε μεγάλα ερευνητικά κέντρα.
Αισθάνεστε ότι έχουν εκπληρωθεί οι επιστημονικοί σας στόχοι;
Σε έναν μεγάλο βαθμό ναι. Μένουν ακόμα μερικά πράγματα να γίνουν. Το μέλλον για τον καρκίνο βρίσκεται στο πώς θα μπορέσει κανείς να κρατήσει το ανοσοποιητικό σύστημα ενεργοποιημένο για να ελέγχει τον καρκίνο και να βρούμε βιοδείκτες. Οι βιοδείκτες θα σώσουν τα πάντα. Ο βιοδείκτης θα σου πει πόσο πιο νωρίς μπορείς να επέμβεις. Όσο πιο νωρίς επεμβαίνεις τόσο καλύτερα αποτελέσματα έχεις. Δεύτερον, ο βιοδείκτης θα σου πει ποιοι ασθενείς θα ανταποκριθούν σε ποια θεραπεία και έτσι θα δημιουργήσεις προβλεπτικούς βιοδείκτες οι οποίοι θα ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένη ομάδα ασθενών με μεγάλα ποσοστά επιτυχίας. Αν το πετύχω αυτό, την ανάπτυξη βιοδεικτών για τον καρκίνο του προστάτη, θα είναι το τελευταίο γκολ που θέλω να βάλω! Μπορεί να μην βρούμε ποτέ τη θεραπεία του καρκίνου αλλά αν βρεις τους βιοδείκτες που θα σε βοηθήσουν να κατευθύνεις τη θεραπεία, τότε ο καρκίνος θα γίνει χρόνιο νόσημα. Τουλάχιστον για ορισμένα είδη καρκίνου όπως είναι του μαστού και του προστάτη.
Σύντομο βιογραφικό
Ο Κωσταντίνος Μπαξεβάνης είναι διευθυντής του Κέντρου Ανοσολογίας και Ανοσοθεραπείας του Καρκίνου στο Αντικαρκινικό-Ογκολογικό Νοσοκομείο Αθηνών “Άγιος Σάββας”. Το 1982 έλαβε πτυχίο Βιολογίας/Μικροβιολογίας από το Πανεπιστήμιο του Tuebingen στη Γερμανία. Στη συνέχεια εκπόνησε το διδακτορικό του στην Ανοσολογία στο Max – Planck Institute, όπου δούλεψε για πρώτη φορά στην ανοσογενετική και αυτό του κέντρισε το ενδιαφέρον όσον αφορά την ανακάλυψη γονιδίων που κατευθύνουν την ανοσολογική άμυνα. Από το 1984 έως το 1985 έκανε μεταδιδακτορικές σπουδές στη Mayo Clinic στην πόλη Rochester στη Μινεσότα, όπου δούλεψε πάνω στα γονίδια που καθορίζουν την ανοσολογική απάντηση. Το 1985 επέστρεψε στην Ελλάδα και δούλεψε στο Κέντρο “Γεώργιος Παπανικολάου” του “Αγίου Σάββα” στην έρευνα για τα αυτοάνοσα νοσήματα. Από το 1990 έως το 1991 εργάστηκε στο Ινστιτούτο Pasteur στο Παρίσι στο τμήμα Ανοσοχημείας ως ανώτερος επισκέπτης ερευνητής, όπου έκανε μελέτες για το πώς διάφοροι παράγοντες μπορεί να σχετίζονται με τα γονίδια που κατευθύνουν την ανοσολογική απάντηση . Από το 1991 έως σήμερα βρίσκεται στον “Άγιο Σάββα” με επίκεντρο της ερευνητικής του δραστηριότητας την ανοσολογία του καρκίνου.