Σε μια ιδιαίτερα δύσκολη εποχή για την επιστημονική έρευνα στην Ελλάδα, το Ίδρυμα Μποδοσάκη δίνει νέα πνοή στο θεσμό των επιστημονικών βραβείων για νέους ερευνητές, επιδιώκοντας να υποστηρίξει και να αναδείξει τη δουλειά άξιων Ελλήνων επιστημόνων που δραστηριοποιούνται τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Τα επιστημονικά βραβεία που ανακοινώνει το Ίδρυμα Μποδοσάκη αφορούν τους τομείς των βασικών επιστήμών, των βιοεπιστημών, των εφαρμοσμένων επιστημών και των κοινωνικών επιστημών.
Στο πλαίσιο του θεσμού των επιστημονικών βραβείων του Ιδρύματος Μποδοσάκη, έχουν ήδη βραβευθεί στο παρελθόν 41 επιστήμονες, με κριτήρια την εξαιρετική επίδοση στον τομέα τους, τη συμβολή τους στην πνευματική και επιστημονική ανάπτυξη της χώρας και τη συμβολή τους στη διεθνή προβολή της Ελλάδας με το έργο τους και το ήθος τους. Οι καταξιωμένοι αυτοί επιστήμονες, με την πορεία και το έργο τους, αποτελούν την πιο ισχυρή απόδειξη της σημασίας των βραβείων του Ιδρύματος Μποδοσάκη, που σήμερα είναι πιο επίκαιρη παρά ποτέ. Μιλήσαμε μαζί τους για την πορεία τους, τη σημασία που είχε η βράβευσή τους από το Ίδρυμα Μποδοσάκη, για τους τωρινούς τους στόχους και για τις προοπτικές για την έρευνα στην Ελλάδα. Όλοι τόνισαν ότι υπάρχει μια νέα γενιά επιστημόνων με εξαιρετικά υψηλή κατάρτιση, οι οποίοι καταφέρνουν να διακρίνονται σε διεθνές επίπεδο και χρειάζονται περισσότερη αναγνώριση και υποστήριξη στο έργο τους.
«Τα βραβεία μπορούν να λειτουργήσουν ως έμπνευση για τους νεότερους, ώστε να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να πετύχουν παρόμοιες διακρίσεις», Δώρος Θεοδώρου – Καθηγητής στον Τομέα Επιστήμης και Τεχνικής των Υλικών της Σχολής Χημικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π.
Ο κ. Δώρος Θεοδώρου βραβεύτηκε από το Ίδρυμα Μποδοσάκη το 1996 στον τομέα των θετικών επιστημών όταν είχε ήδη επιστρέψει στην Ελλάδα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Berkeley όπου ήταν Καθηγητής στο Τμήμα Χημικής Μηχανικής. Στη συνέχεια υπήρξε Καθηγητής στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών και σήμερα είναι Καθηγητής στον Τομέα Επιστήμης και Τεχνικής των Υλικών της Σχολής Χημικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π. Παρά τις αντίξοες συνθήκες για την έρευνα στην Ελλάδα, τα αποτελέσματα που παράγει η ερευνητική του ομάδα είναι ορατά στη διεθνή κοινότητα και διεθνώς ανταγωνιστικά.
Το 1996 τιμηθήκατε για το έργο σας με το επιστημονικό βραβείο του Ιδρύματος Μποδοσάκη στον τομέα των θετικών επιστημών. Ποια ήταν η σημασία αυτής της διάκρισης για εσάς;
Το βραβείο είχε μια τεράστια σημασία για εμένα, ήταν μια πολύ μεγάλη αναγνώριση των προσπαθειών μου. Είναι πολύ σημαντική για εμάς τους επιστήμονες η θετική ανταπόκριση που λαμβάνουμε όταν αναγνωρίζονται οι προσπάθειές μας. Κι έτσι τόσο το βραβείο αυτό, όσο και άλλα που έχω πάρει έκτοτε έχουν παίξει πολύ σημαντικό ρόλο. Η αναγνώριση αυτή είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη όταν κανείς εργάζεται στην Ελλάδα. Το 1996 είχα ήδη επιστρέψει από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Berkeley και δίδασκα στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας και αυτό το βραβείο μου έδωσε μια εξαιρετική ηθική στήριξη. Φυσικά έχει και τη σημασία ότι μας προβάλλει και γίνεται πιο γνωστό το έργο μας διεθνώς.
Για ποιους λόγους θεωρείτε ότι έχει σημασία η συνέχιση του θεσμού των επιστημονικών βραβείων;
Έχει μεγάλη αξία για τους βραβευόμενους διότι μία τέτοια διάκριση τους αναπτερώνει στο έργο τους. Ειδικά στην Ελλάδα, όπως προείπα, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Μακάρι να μπορούσαμε να βραβεύουμε όλους τους άξιους ανθρώπους σ’ αυτόν τον τόπο. Επίσης, τα βραβεία μπορούν να λειτουργήσουν ως έμπνευση για τους νεότερους, ώστε να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να πετύχουν παρόμοιες διακρίσεις.
Υπάρχουν αξιόλογοι νέοι επιστήμονες στην Ελλάδα;
Υπάρχουν πολύ αξιόλογοι νέοι επιστήμονες στην Ελλάδα, αλλά το σημαντικότερο πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε την ευχέρεια τους να κρατάμε εδώ. Δεν τους δίνεται εύκολα η ευκαιρία να προσλαμβάνονται σε ερευνητικά ή εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως γίνεται στην Αμερική, η οποία είναι ένα ‘’melting pot’’, που δίνει τη δυνατότητα να αλλάζει χώρο εργασίας συνέχεια κανείς, ολοένα προοδεύοντας. Εδώ η επαγγελματική εξέλιξη ή ανέλιξη είναι βραδύτερη και μπορεί κανείς να συναντήσει προσκόμματα που δεν έχουν να κάνουν τόσο πολύ με την επιστημονική ποιότητα.
Σε ποιον τομέα επικεντρώνονται οι έρευνές σας;
Ασχολούμαστε με την υπολογιστική επιστήμη των υλικών, δηλαδή ξεκινάμε από τη θεώρηση ενός υλικού συστήματος σε ατομικό-μοριακό επίπεδο και, προσομοιώνοντας αυτό το σύστημα σε υπολογιστή, προσπαθούμε να εξαγάγουμε εκτιμήσεις των ιδιοτήτων του, να προβλέψουμε, δηλαδή, πώς θα συμπεριφερθεί σε πρακτικές εφαρμογές. Με άλλα λόγια, αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να βγάλουμε υπολογιστικά από τη χημική δομή ενός υλικού τις μακροσκοπικές ιδιότητες που χρησιμοποιούμε στις εφαρμογές ως μηχανικοί. Δουλεύουμε σε δύο πολύ μεγάλες κατηγορίες υλικών: η μια είναι τα πολυμερή – τα πλαστικά – και η δεύτερη είναι τα νανοπορώδη υλικά.
Πού συναντάμε τις εφαρμογές των ερευνών σας;
Συνήθως στην ομάδα μας ασχολούμαστε με κατηγορίες υλικών που έχουν κάποια βιομηχανική σημασία. Έχουμε και βιομηχανικές συνεργασίες ή και συνεργασίες με άλλα εργαστήρια στα πλαίσια ευρωπαϊκών προγραμμάτων, με απώτερο στόχο τη βελτίωση της δομής των υλικών. Δηλαδή ερευνούμε τι πρέπει να αλλάξουμε σε ένα υλικό ώστε να επιτύχουμε καλύτερες επιδόσεις σε συγκεκριμένες εφαρμογές. Επί παραδείγματι, ασχολούμαστε με νανοσύνθετα υλικά, όπως τα λάστιχα των αυτοκινήτων, με στόχο να επιτύχουμε μεγαλύτερη αντίσταση στη φθορά, χαμηλή τριβή κύλισης και καλή πρόσφυση υπό συνθήκες υγρού οδοστρώματος. Το ζητούμενο εδώ είναι πώς πρέπει να σχεδιαστεί η δομή του υλικού σε μοριακό επίπεδο προκειμένου να επιτευχθούν οι μηχανικές ιδιότητες που εξασφαλίζουν αυτές τις καλύτερες επιδόσεις. Έχουμε δουλέψει σε πολλών ειδών υλικά. Μια άλλη κατηγορία είναι υλικά για τον διαχωρισμό αερίων, όπως οι πολυμερικές μεμβράνες που χρησιμοποιούνται σήμερα για να εμπλουτίζουμε αέρα σε οξυγόνο για νοσοκομειακές εφαρμογές.
Λαμβάνει υπόψη της η σύγχρονη επιστημονική έρευνα τις περιβαλλοντικές προκλήσεις των καιρών μας;
Η θεματολογία της έρευνάς μας, που προέρχεται συχνά από βιομηχανικό ενδιαφέρον. σχετίζεται με τα φλέγοντα θέματα του περιβάλλοντος, της ενέργειας και της υγείας. Αυτές οι τρείς προκλήσεις θα έλεγα ότι κινούν παγκοσμίως σε μεγάλο βαθμό τη σύγχρονη τεχνολογία και την προσπάθεια ανάπτυξης νέων υλικών. Σας μίλησα πριν για τους διαχωρισμούς, που είναι πολύ καλύτερο να γίνονται με μεμβράνες απ’ ό,τι με κρυογονική απόσταξη, που απαιτεί μεγάλη κατανάλωση ενέργειας. Οι μεμβράνες γενικά είναι μια πολύ σύγχρονη τεχνολογία για βιομηχανικούς διαχωρισμούς, με σαφή πλεονεκτήματα από την άποψη εξοικονόμησης ενέργειας και προστασίας του περιβάλλοντος. Επίσης ένα άλλο παράδειγμα είναι τα λάστιχα. Τώρα βάζουμε πυριτία και όχι αιθάλη μέσα στα λάστιχα γιατί με αυτήν επιτυγχάνει κανείς χαμηλότερη κατανάλωση καυσίμου για δεδομένη χιλιομετρική απόσταση και επομένως, αφενός μεν μειώνει την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα στο περιβάλλον, αφετέρου αυτά τα λάστιχα είναι πολύ καλύτερα ενεργειακά διότι καταναλίσκουν λιγότερο καύσιμο. Επίσης μια πάρα πολύ μεγάλη κατεύθυνση είναι οι επιστήμες της υγείας, επί παραδείγματι πώς σχεδιάζει κανείς φάρμακα με σωστή βιολογική δράση και υλικά για την ελεγχόμενη αποδέσμευσή τους. Μεγάλο μέρος της τεχνολογίας σήμερα κινείται από την προσπάθεια να είμαστε πιο «πράσινοι», λιγότερο επιζήμιοι για το περιβάλλον όσον αφορά τις εκπομπές που θα έχουμε και επίσης ενεργειακά πιο σύμφοροι.
Πώς καταφέρνει το τμήμα σας να παραμείνει ανταγωνιστικό παρά τις αντίξοες συνθήκες;
Είναι πολύ δύσκολες οι συνθήκες και αυτό απαιτεί πάρα πολλή δουλειά. Χρειάζονται καλές ιδέες, εξαιρετικά καλή κατάρτιση και μια ομάδα η οποία να συνεργάζεται και να έχει συνοχή ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται οι άνθρωποι που την απαρτίζουν και να βγάζουν καινούρια αποτελέσματα, που να είναι ορατά στη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Και το έχουμε καταφέρει αυτό. Αναφορικά με τη χρηματοδότηση, αυτή προέρχεται κυρίως από προγράμματα της ΕΕ, τα οποία είναι πολύ ανταγωνιστικά πλέον. Έχουμε επίσης την τύχη να έχουμε αναγνωριστεί ως μέλος του Ολλανδικού Ινστιτούτου Πολυμερών, πράγμα πολύ καλό για εμάς. Έχουμε αναπτύξει ακόμα κάποιες άμεσες συνεργασίες με τη βιομηχανία. Πρόσφατα πάλι, μας βρήκε ένα ελβετικό Ίδρυμα το οποίο μας πληροφόρησε ότι θεωρεί ότι εμείς και δύο εργαστήρια στην Πάτρα κάνουμε πολύ καλή δουλειά στην περιοχή της μοντελοποίησης των πολυμερών και αποφάσισε να μας ενισχύσει οικονομικά προκειμένου να αναπτύξουμε την έρευνά μας.
Μπορούν να γίνουν πιο ευνοϊκές οι συνθήκες για την επιστήμη στην Ελλάδα;
Νομίζω ότι το σημαντικότερο είναι να κάνουμε όλοι τη δουλειά μας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Να μην μας απασχολεί μόνο πώς θα προάγουμε το δικό μας συμφέρον και την καριέρα μας, αλλά πολύ περισσότερο πώς θα γαλουχήσουμε καλούς νέους επιστήμονες με σωστή κρίση και κατάρτιση, υγιές σύστημα αξιών και διάθεση για προσφορά, που να μπορούν να σταθούν οπουδήποτε. Να βλέπουμε τους εαυτούς μας στα πλαίσια της διεθνούς ανταγωνιστικής επιστημονικής κοινότητας. Πρέπει να έχουμε ένα προϊόν το οποίο να είναι ανταγωνιστικό, όπως συμβαίνει με όλα τα πράγματα. Στα ΑΕΙ το προϊόν μας είναι οι άνθρωποι και βέβαια και οι ιδέες που βγαίνουν από τα εργαστήριά μας. Νομίζω αυτό πρέπει να έχουμε σαν γνώμονα. Επίσης, χρειάζεται καλή διοίκηση σε όλα τα επίπεδα, χρειάζεται να έχει ένα όραμα κανείς όταν διοικεί και να μην κοιτάει απλώς και μόνο να διαιωνίσει τη θέση του.
Σύντομο βιογραφικό
Ο Δώρος Θεοδώρου είναι Καθηγητής στον Τομέα Επιστήμης και Τεχνικής των Υλικών της Σχολής Χημικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π. Υπήρξε Καθηγητής στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών, Καθηγητής στο Τμήμα Χημικής Μηχανικής του Πανεπιστημίου Berkeley της Καλιφόρνιας των Η.Π.Α, συνεργαζόμενος Καθηγητής στο Center for Advanced Materials του Εθνικού Εργαστηρίου Lawrence Berkeley των Η.Π.Α, μέλος του ΙΤΕ/ΕΙΧΗΜΥΘ, και συνεργαζόμενος Ερευνητής στο Ινστιτούτο Φυσικοχημείας του Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. «Δημόκριτος». Ο Δώρος Θεοδώρου έλαβε το δίπλωμα του Χημικού Μηχανικού από το Ε.Μ.Π. και το μεταπτυχιακό και διδακτορικό του δίπλωμα από το Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Μ.Ι.Τ. των Η.Π.Α. Έχει δημοσιεύσει πάνω από 160 ερευνητικά άρθρα σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά, 27 κεφάλαια σε βιβλία και άρθρα ανασκόπησης κατόπιν πρόσκλησης, καθώς επίσης και τα βιβλία “Simulation Methods for Polymers” με τον M. Kotelyanskii και “Diffusion in Nanoporous Materials” με τους J. Kärger και D. Ruthven. Tο δημοσιευμένο έργο του έχει λάβει περί τις 12000 αναφορές (δείκτης h=54). Έχει διατελέσει μέλος της συντακτικής επιτροπής 11 διεθνών επιστημονικών περιοδικών και οργανώσει 13 διεθνή επιστημονικά συνέδρια. Υπήρξε εκπρόσωπος της Ελλάδας στο πρόγραμμα κινητικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο διάστημα 1995-2004 και μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας στο διάστημα 2010-2013. Το ερευνητικό του έργο έχει λάβει αρκετές διακρίσεις, όπως ενδεικτικά το Presidential Young Investigator Award του National Science Foundation των Η.Π.Α. (1988-1992), το Allan P. Colburn Memorial Lectureship του Πανεπιστημίου Delaware (1993), το Earnest W. Thiele Lectureship του Πανεπιστημίου Notre Dame (1993), το Robert W. Vaughan Lectureship του Caltech (1994), το Επιστημονικό Βραβείο Μποδοσάκη στη Χημεία (1996), το Danckwerts Lectureship των AIChE, IChemE, EFCE και CES (2006), το D. Medema Award του Ολλανδικού PTN (Polymer Technology in the Netherlands, 2009) και το John M. Prausnitz Award στην εφαρμοσμένη χημική θερμοδυναμική (2016). Το 2015 εξελέγη τακτικό μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Μηχανικών (NAE) των ΗΠΑ. Τον Οκτώβριο του 2013 εξελέγη Αντιπρόεδρος Β’ του Ιδρύματος Μποδοσάκη, θέση την οποία διατηρεί μέχρι σήμερα.